Σελίδες

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΖΟΥΡΓΟΣ

                      ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ "Η ΣΚΙΑ ΤΗΣ
                      ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ" ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ.


      Όλα είναι μια ιδέα ,οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν αδιαμαρτύρητα κάτω από το στέγαστρο της αναγκαιότητας.Άλλες φορές αυτός ο σκιερός τους χώρος είναι ελάχιστος,ώστε ούτε τον παρατηρούν,ή άλλοτε κάνουν πως δεν έχουν καταλάβει, για να νιώθουν τάχα ελεύθεροι και αυτεξούσιοι.Υπάρχει μια σκιά που μόνο όσοι έχουν χάρισμα και  περίσκεψη μπορούν να τη διακρίνουν την άνοιξη στα λιβάδια, είναι η σκια κάποιας πεταλούδας κάτω στο χόρτο, τόσο μικρή που θυμίζει τελεία σε σελίδα τετραδίου.Όσοι προσπάθησαν να την εξευμενίσουν δίπλωσαν στα δυο,αυτοί που της αντιτάχθηκαν διαμελίστηκαν.

                                                  


"Κάποιες φορές αισθάνομαι τη σκιά της δικής μου πεταλούδας
και αυτό με συγκλονίζει."



           Το ιστορικό αυτό μυθιστόρημα ξετυλίγει πολλά πολλά μικρά επεισόδια που έζησαν άνθρωποι στη δυτική Μακεδονία (Βελβεντό -Κοζάνη),στη Θεσσαλονίκη και τα χωριά του κάμπου της(πολλοί είναι πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανδριανούπολη).Τα ιστορικά στοιχεία μέσα στην μυθιστορηματική μυθοπλασία είναι ταυτόχρονα και "μάθημα "ιστορίας από την εποχή του Μακεδονικού αγώνα. μέχρι σήμερα.Τα προτερήματα και τα ελαττώματα της φυλής προβάλλουν μέσα από τις σελίδες ανάγλυφα χωρίς διδακτισμό. Ο αναγνώστης προβληματίζεται και προσεγγίζει τα πάθη του με άλλο βλέμμα.
           Ο συγγραφέας αισθάνεται τόσο άνετα με τα πρόσωπα και τους  χαρακτήρες του ώστε νομίζει κανείς ότι προηγήθηκε προσωπική γνωριμία μαζί τους, ότι ζήσανε μαζί ,συζητήσανε,μοιραστήκανε τις σκέψεις τους. Ο Ισίδωρος μπήκε ορμητικά στην ψυχή και το μυαλό τους,ένιωσε τη χαρά και τη λύπη τους . Ο αναγνώστης από την άλλη ταυτίζεται πάρα πολλές φορές με τους ήρωες. Ατενίζει τη δική του πεταλούδα , τη δική του ειμαρμένη. Η καρδιά του χτυπά δυνατά. Άλλοτε καίγεται μέσα του, άλλοτε παγώνει. Μεταμορφώνεται σε άνθρωπο γήινο των χωραφιών ,σε υψηλόβαθμο στέλεχος οργάνωσης, σε αριστερό ή δεξιό,σε επαναστάτη, σε ήρεμη και συνετή σύζυγο, σε ιδεαλιστή , σε ταξιδευτή και ....όχι μόνο.
           Για όποιον έχει ζήσει στις περιοχές που αναφέρονται στο μυθιστόρημα κάθε λέξη του είναι από μόνη της ένας ιδιαίτερος χτύπος καρδιάς. Οι πετιγραφές του λεπτομερέστατες, απλές και λογοτεχτικές μαζί ,ταξιδεύουν τον αναγνώστη. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι εικόνες. Τόσες εικόνες!!!Σαν αναγνώστης , στη δεύτερη ανάγνωση του βιβλίου, έπλασα με το μυαλό μου ακριβώς τις ίδιες, με ακρίβεια χιλιοστού θα έλεγα! Και η συγκίνηση; Ίδια , μπορεί και μεγαλύτερη.
          Η πλοκή επίσης πρωτότυπη και ιδιαίτερη . Χιλιάδες μικρές κλωστούλες  δένονται πολύπλοκα γύρω από ένα ασανσέρ όπου εγκλωβίζονται οι δύο ήρωες ,το δεκαπενταύγουστο, η Ελένη Πολύζου και ο Μάρκος Χατζίδης. Η κατάληξη απρόσμενη. Τα θέματα πολλά: έρωτας, οικογένεια, φιλία, αθωότητα, ενοχή ,προδοσία, πόνος, μοναξιά, ανάγκη, αγώνας, προσφυγιά, κατοχή , αντίσταση, εμφύλιος, πόλεμος , κρυμμένα μυστικά, (Βιολέτα και Βασίλης Χούρσογλου), η τρέλα , ο θάνατος, ο πατέρας, η μάνα, η ανθρωπιά..... Ο φιλόλογος αντλεί πολλά κείμενα μέσα από αυτό το βιβλίο  ως παράλληλο υποστηρικτικό υλικό στη λογοτεχνία , την ιστορία , τις εργασίες  των μαθητών.


Όπως τη φαντάστηκε η Ελίνα...


Και λίγα λόγια για κάποιους χαρακτήρες.........
                                  ΖΩΙΚΑ: Ήρεμη δύναμη , πρόσωπο απροστάτευτο και ταυτόχρονα πολύ προστατευμένο.Ήταν πραγματική δασκάλα , αν και δεν έγινε ποτέ.Πάρα πολλές οι αντοχές της μέσα στην αδυναμία της. 
                                              ΗΛΙΑΣ ΧΑΤΖΙΔΗΣ Ή ΔΙΟΜΗΔΗΣ: κεντρικός ήρωας , οραματιστής ενός νέου κόσμου , ψυχρός και μεθοδικός. Τον κατάπιε το μίσος και η εκδίκηση. Πίστευε ότι αυτός ο κόσμος ,ο φιλάργυρος ,που έκρυβε τις πιο πολλές χαρές του για τους λίγους ,έπρεπε να ανατραπεί. Τίμιος και μπεσαλής , μονόχνωτος και σκοτεινός.
                                              ΜΑΡΚΟΣ ΧΑΤΖΙΔΗΣ  , πατέρας του Ηλία: Ένας άνθρωπος των ανθρώπων στωικός φιλοσοφημένος, πρακτικός.



Κάποιες φράσεις: α. Ποια μάτια όμως αντέχουν όλη την αλήθεια; Η ίδια η θάλασσα σκεπάζει τα συντρίμμια από τα ναυάγια , για να ξεχάσει.
                              β.Θα περνούσαν πολλά χρόνια ,για να καταλάβει πώς οι σύζυγοι και οι αλήθειες δεν ανήκουν σε κανέναν.
                                γ.Νομίζετε πως αυτός ο κόσμος κάποτε θα αλλάξει , έτσι λέγαμε τότε κι εμείς, όλοι μαζί θα πάμε, λέγαμε. Πήγε ο καθένας με την τσέπη του τελικά.(Λόγια του πατέρα στο γιο).

                                                                  ΣΚΕΚΛΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ



            
Όπως το σκέφτηκε η Ελίνα




                Εκείνο το ανοιξιάτικο απόγευμα του '51 ο Κοσμάς Χατζίδης και η Υπαπαντή Λέκα στο πρώτο τους ραντεβού ήπιαν λεμονάδα στο "Ντορέ" και για τρία χρόνια σεργιάνιζαν, παράνομα στην αρχή ,αρραβωνιασμένοι ύστερα, στην  παραλία, στο καφενείο "Αύρα", στην πλατεία  Ελευθερίας, τη "Ρέμβη" ,στριμώχνονταν για κλεφτά φιλιά στο σινέ "Αλκαζάρ" ,πριν παντρευτούν μια  Κυριακή  φθινοπώρου του '54 στον Άγιο Μηνά ,στην εκκλησία των εμπόρων ,τη χωμένη μέσα στην καρδιά της πόλης, εκεί που λίγα μέτρα πιο μακριά ,10 χρόνια πριν, ο Ηλίας Χατζίδης ξεψυχούσε στα χέρια του Κοσμά.
                   Στο διαμέρισμα των εξήντα τετραγωνικών στην Αγίου Δημητρίου κοντά στο τούρκικο προξενείο,στον πέμπτο όροφο μιας εξαώροφης κυψέλης από τσιμέντο που μύριζε ασβέστη και λαδομπογιά, που από τη μπαλκονόπορτα της κουζίνας έβλεπες ένα κομμάτι του λιθόστρωτου δρόμου, ο Κοσμάς και η Υπαπαντή ξεκινούν την κοινή τους ζωή. Εκεί θα γεννηθούν και θα μεγαλώσουν τα παιδιά τους , ο Ηλίας και ο Μάρκος, και θα μείνουν για πάντα σε κείνο το δρόμο που είχε το όνομα του Αγίου ,που σύντομα θα ξυλωθεί από πάνω του το φολιδωτό καλντερίμι, θα στρωθεί με άσφαλτο και θα μπογιατιστεί με διπλή άσπρη γραμμή. Το καρουζέλ στο πάρκο της ΧΑΝΘ και η καινούργια παραλία ,που είχε τώρα ανοιχτεί και έβγαζε μέχρι την Αρετσού και το Χαμόδρακα , ήταν η συνηθισμένη τους οικογενειακή έξοδος. Τα απογεύματα της Κυριακής περίμεναν το άγημα του στρατού που θα κατέβαζε με τη μπάντα τη σημαία από το Λευκό Πύργο.Τριγύρω καροτσάκια με στραγάλια και φυστίκια, που τα φωτίζουν λάμπες ασετιλίνης.Μπαλόνια και βαρκάκια με φωνακλάδες βαρκάρηδες που φώναζαν για μια βόλτα στα μεγάλα πλοία που άραζαν έξω από το λιμάνι. Και η βραδινή επιστροφή για το σπίτι από τη μεγάλη ανηφόρα της Βασιλίσσης Σοφίας .Δεξιά χτιζόταν το καινούργιο Κρατικό θέατρο και αριστερά τους η λέσχη αξιωματικών με εκείνο το θεότατο πουλί στην είσοδο και το μεγάλο πίνακα με το βασιλιά  στο βάθος. Πιο πάνω ήταν τα παλιά δικαστήρια και πιο ψηλά η Έκθεση, νεκρή τους πιο πολλούς μήνες του χρόνου.Μα πιο πολύ κι από τα κτίρια ήταν εκείνα τα ζεστά χέρια που τους κρατούσαν. Ο Ηλίας πάντα με την Υπαπαντή , ο Μάρκος με τον Κοσμά, εκλεκτικές συμπάθειες ανεξήγητες για χρόνια.
                                                                              ΣΟΦΙΑ ΡΟΥΣΣΟΥ 




                                    



                                               

















































































































































































































1 σχόλιο:

...